Sau - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Sau - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
SAU; Sau (disambiguation)

Sau         
n. sow, adult female hog, female pig; despicable person, jerk, sod
acetous      
adj. sauer; säuernd; säuerlich
acid forming      
säuernd, Säure bildend

Ορισμός

SAU

Βικιπαίδεια

Sau

Sau or SAU may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Sau
1. Eine ausgewachsene Sau bringt mehr als 100 Kilogramm auf die Waage.
2. "Eins, zwei, drei, vier...", zählt die junge Landwirtin langsam, während die Sau in ihren Armen ausblutet.
3. "Wie d‘ Sau" würde ein Schwabe alten Schlages da noch im nachhinein stöhnen.
4. Es macht keinen Sinn, jeden Tag eine neue Sau durchs Dorf zu jagen, sagte Struck der Zeitung Bild am Sonntag.
5. Das lässt wohl erst nach, wenn die saumäßigen Sprüche irgendwann nicht mehr bei jeder Sau Gehör finden.